ΝΑ ΣΩΣΟΥΜΕ ΤΗΝ ΟΜΟΡΦΙΑ
-Επιτρέψτε μου πριν απ’ όλα να σας ευχηθώ για την επέτειο των 75ων γενεθλίων σας. Στρέφοντας το βλέμμα προς τα πίσω, από αυτήν την υψηλή κορυφή, ποιος είναι ο απολογισμός για το δρόμο που διανύσατε;
-Ευχαριστώ… Δεν κατόρθωσα να διανύσω ούτε το μισό δρόμο από αυτόν που ήθελα. Αυτό φυσικά δεν σημαίνει ότι ετοιμάζομαι να ζήσω άλλο τόσο.
-Πώς αρχίσατε τη λογοτεχνική σας δράση; Ποια είναι τα πρώτα τυπωμένα έργα σας; Είστε ικανοποιημένος σήμερα από αυτά;
-Όπως κάθε αφελής νέος άρχισα με στίχους. Τα πρώτα μου ποιήματα τυπώθηκαν στο περιοδικό «Ο λόγος της πατρίδας», όταν ήμουν δεκαπέντε ετών και τον επόμενο χρόνο – το πρώτο μου διήγημα στο περιοδικό «Ручей», είχε τη θετική κριτική του Αντόν Στρασιμίροβ στο περιοδικό „Ведрина” (1928). Για να είμαι ειλικρινής, όλα εκείνα τα έργα ήταν κάπως απλοϊκά.
-Κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου εργαζόσασταν στην Ελλάδα και στην Τσεχοσλοβακία. Πώς γίνατε αντιφασίστας;
-Στην οικογένειά μου, οι παππούδες και από τις δύο πλευρές ήταν άνθρωποι της προόδου, αγωνιστές για την ελευθερία. Ο παππούς μου από την πλευρά της μητέρας μου, Γκεόργκι Μίντσεβ, εργαζόταν με τον Λέβσκι και ήταν εξόριστος στο Ντεγιάρμπακίρ. Η μητέρα μου ήταν σοσιαλίστρια. Στο σπίτι μεγάλωσα σε μια ατμόσφαιρα άρνησης κάθε μορφής τυραννίας. Αργότερα, όταν πήγα στην Ελλάδα, όχι ως διπλωμάτης αλλά ως υπάλληλος στη βουλγαρική αντιπροσωπεία – ετοιμαζόμουν για το Πανεπιστήμιο, για καθηγητής παλαιοβουλγαρικής λογοτεχνίας. Χρειάσθηκε να μάθω την ελληνική γλώσσα. Συνδέθηκα με προοδευτικούς έλληνες ανάμεσα στους οποίους και ο Κώστας Βάρναλης.
-Σώσατε τη ζωή του Κώστα Βάρναλη. Πώς έγινε αυτό;
-Όσο για τη σωτηρία του Βάρναλη, αυτό είναι μια μεγάλη ιστορία για να χωρέσει σε μία σύντομη συνέντευξη…
-Και στην Τσεχοσλοβακία;
-Βοηθούσα βούλγαρους φοιτητές που συμμετείχαν στην αντίσταση κατά του φασισμού…
-Είστε ένας από τους ιδρυτές του Θεάτρου Σάτιρας;
-Έγινα δραματουργός μαζί με τον ποιητή Βεσελίν Χάντσεβ κατά την ίδρυση του θεάτρου Σάτιρας. Διευθυντής του τότε ήταν ο Στέφαν Σαρτσαντζίεβ. Αργότερα άρχισα να εργάζομαι στο περιοδικό «Πλάμακ» κι αυτό κράτησε επτά χρόνια. Μετά από αυτό ήμουν βοηθός αρχισυντάκτη στο περιοδικό «Ομπζορ»
-Λίγοι γνωρίζουν ότι το όνομα Β. Διαβάτοβ είναι ψευδώνυμο του Στέφαν Γκέτσεβ. Γιατί το διαλέξατε και τι έχει τυπωθεί με αυτό το ψευδώνυμο;
-Διάλεξα αυτό το ψευδώνυμο στη μνήμη ενός πολύ καλού μου φίλου έλληνα, ποιητή, η ζωή του οποίου τελείωσε κατά τρόπο τραγικό. Με το ψευδώνυμο τύπωσα δύο συλλογές διηγημάτων, τρία αστυνομικά μυθιστορήματα – «Ο προδότης και το κορίτσι» (σε συνεργασία με τον Κ. Κιουλιούμοβ), «Ο άνθρωπος με τις ταμπακιέρες» και «Κλέφτες Θεομητόρων» σε συνεργασία με τον Μιλάν Μιλάνοβ.
-Πόσο δύσκολη είναι η συνεργασία με άλλον συγγραφέα;
-Όταν υπάρχει σύμπτωση ιδεών και αισθητικής αντίληψης η συνεργασία με άλλον συγγραφέα μπορεί να είναι ιδιαίτερα ωφέλιμη. Από τη συνεργασία με τον Κονσταντίν Κιουλιούμοβ (όπως και με άλλους) έχω ευχάριστη ανάμνηση. Με τον Κιουλιούμοβ είχα τη δυνατότητα να γυρίσω την περιοχή του Πιρίν, την οποίαν και αγάπησα και αργότερα με χαρά επισκέφθηκα το Μπλαγκόεβγκραντ, το Σαντάνσκι και το Μέλνικ. Στο Μπλαγκόεβγκραντ και στο Μέλνικ έχω μερικούς ειλικρινείς φίλους, οι επιτυχίες των οποίων στη λογοτεχνία μου δίνουν χαρά.
-Στον αδιάκοπο παγκόσμιο μεγάλο λογοτεχνικό διάλογο, πώς βλέπετε τη θέση της βουλγαρικής λογοτεχνίας;
-Στη χώρα μας δημιουργούν ταλαντούχοι συγγραφείς και θεωρώ ότι αυτό αποτελεί προϋπόθεση για τη δημιουργία καλής λογοτεχνίας. Έχουμε ήδη κάποια επιτεύγματα, κυρίως στον τομέα της πεζογραφίας. Αλλά και κάποιοι ποιητές βρίσκονται σε καλό σύγχρονο επίπεδο.
-Πώς περνάει μία εργάσιμη μέρα σας;
-Εργάζομαι μέχρι τη στιγμή που νιώθω ευχαρίστηση. Μετά κάνω περιπάτους, μερικές φορές μαγειρεύω (το αγαπημένο μου φαγητό είναι καπαμάς α λα Banski). Συχνά διαβάζω, κυρίως εκλαϊκευμένη επιστημονική λογοτεχνία (φυσική, αστρονομία, βιολογία), λογοτεχνία, αλλά κυρίως ποίηση.
-Τι δεν θα θέλατε να κάνετε;
-Συμβιβασμό με την αντίληψή μου περί τέχνης, στην οποία σε γενικές γραμμές μπορώ να δώσω τον εξής ορισμό: Αφού η ομορφιά δεν μπορεί να σώσει τον κόσμο, ας προσπαθήσουμε τουλάχιστον να σώσουμε την ομορφιά.
-Τι θα ευχηθείτε στους αναγνώστες της «Pirinsko Delo»;
-Να αγαπάτε τη λογοτεχνία και πάντα να λέτε τη γνώμη σας, χωρίς να λαμβάνετε υπόψη σας το όνομα του συγγραφέα. Εκφρασθείτε με θάρρος και ειλικρίνεια, όπως πάντα το κάνατε, όχι μόνον για τη λογοτεχνία αλλά και για όλες τις πλευρές της ζωής… Έχουμε ανάγκη τους θαρραλέους και έντιμους ανθρώπους.