O ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΠΡΟΦΑΝΩΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΘΗΚΕ ΜΕ ΚΑΠΟΙΟΝ ΥΨΗΛΟ ΣΚΟΠΟ
Είμαι ηλικιωμένος άνθρωπος πλέον. Έχω καλύψει σχεδόν όλο τον εικοστό αιώνα. Έχω ζήσει σε διάφορες χώρες, γνώρισα διάφορους ανθρώπους, ήμουν παρών σε διάφορα γεγονότα. Όλα αυτά με έκαναν να σκεφτώ τους ανθρώπους, τη μοίρα τους, την ιστορία τους και το μέλλον τους. Ζούμε συνήθως με το παρόν και ακόμη και τα σχέδια που κάνουμε, ειδικά τώρα, στα τέλη αυτού του αιώνα, χτίζονται λίγο πολύ πάνω στην άμμο. Η συντριπτική πλειοψηφία των ανθρώπων σε όλο τον κόσμο, και ακόμη περισσότερο στη χώρα μας, σκέφτονται κυρίως για το πώς θα ανταμώσουν την επαύριο.
Όπως πολλοί από εσάς, κι εγώ επίσης σκέφτηκα κάμποσες φορές για το πώς και το γιατί δημιουργήθηκε ο άνθρωπος, τυχαία είναι η εμφάνιση της ζωής; υπάρχει κάποιος σκοπός, τι συμβαίνει μετά το θάνατο; Ερωτήματα που οι άνθρωποι έχουν θέσει από τότε που ο κόσμος υπάρχει και κανένας δεν κατάφερε να δώσει οποιαδήποτε αποδεκτή, όχι μόνο για τα αισθήματα μα και και για το νου, απόκριση.
Ωστόσο, νομίζω ότι βρήκα κάποιο τρόπο για να βρω την απάντηση σε αυτά τα ερωτήματα. Όχι ως άνθρωπος που γράφει ποιητικά κείμενα, αλλά ως προσεκτικός παρατηρητής. Γνωρίζουμε ότι οι καιροί που ζούμε δεν προσφέρονται για τέτοιες αφηρημένες συζητήσεις, αλλά παρόλα αυτά θέλω να εκμεταλλευτώ την ευκαιρία που μου δόθηκε για να τις μοιραστώ μαζί σας, εκείνους που με ακούν. Παρακαλώ πολύ να μην κλείσετε το δέκτη σας, έχετε υπομονή να με ακούσετε. Ίσως αυτό που θα σας πω να ενδιαφέρει κάποιους από εσάς. Μπορεί ακόμη και να σας βοηθήσει. Σας ευχαριστώ.
Όλοι γνωρίζουμε ότι τα ζωντανά όντα προσπαθούν να προεκτείνουν τη ζωή τους όσο το δυνατόν περισσότερο. Προκειμένου να το επιτύχουν, έχουν δύο βασικούς τρόπους: να τρέφονται και να πολλαπλασιάζονται. Επειδή η γενιά είναι, κατά μία έννοια, μια επέκταση της ζωής του ατόμου. Αλλά προκειμένου να τρέφεται και να αναπαράγεται, το άτομο πρέπει να αντιπαλεύει τον ανταγωνισμό άλλων ατόμων της φυλής του ή άλλων φυλών. Γίνεται δηλ. λόγος για το ότι πρέπει να ψάξει για τροφή, αλλά επίσης να προσέξει ώστε να μην καταστεί ο ίδιος τροφή για τους άλλους. Ως εκ τούτου, το κάθε άτομο προσπαθεί να είναι ισχυρότερο από τα άλλα. Ισχυρό – σημαίνει να είσαι έξυπνος, πιο ευκίνητος, ταχύτερος, πιο τρομακτικός κ.λπ. Όλη η ενέργειά του επικεντρώνεται σε αυτόν τον αγώνα για επιβίωση. Αυτά είναι κοινά πράγματα, αλλά πρέπει να τα επαναλάβω για να υπογραμμίσω ένα σημαντικό γεγονός: η εξέλιξη των διαφόρων έμβιων όντων έχει μια αδιάκοπη τάση, αν και όχι πολύ ευδιάκριτη – της ανέλιξης από το απλό προς το σύνθετο. Αυτό δημιουργεί μηχανισμούς στο σώμα του έμβιου όντος, οι οποίοι τον βοηθούν να βγει νικητής, όσο είναι δυνατόν, σε αυτόν τον ανελέητο ανταγωνισμό για επιβίωση. Ώσπου να φτάσει στον άνθρωπο.
Ο άνθρωπος διαφέρει από τα άλλα ζώα κατά τούτο, ότι διαθέτει λογική. Αυτό σημαίνει, κατ’ ουσίαν, τη δυνατότητα πρόβλεψης του εγγύτερου ή απώτερου μέλλοντος. Κατά πάσα πιθανότητα, ο λόγος δημιουργείται στον άνθρωπο, επειδή είναι ο πρώτος που αποκτά την ικανότητα να συνδέει ορισμένα στοιχεία πληροφοριών που του περιέρχονται κυρίως από τον εξωτερικό κόσμο και μετέπειτα εκ των ένδον, από τον ίδιο του τον οργανισμό. Είτε αυτό οφείλεται στην απίστευτη πολυπλοκότητα του εγκεφάλου του – η πιο περίπλοκα οργανωμένη ύλη, σύμφωνα με τους επιστήμονες, στο σύμπαν – ή κάποια μυστηριώδη ανάγκη είναι αυτή που δημιούργησε αυτή την οργάνωση, είναι ένα ερώτημα που κανείς δεν θα μπορέσει να απαντήσει με βεβαιότητα: αν δηλαδή το αυγό είναι το πρώτο ή η κότα.
Η δεύτερη διαφορά είναι ότι ο άνθρωπος έμαθε πώς να δημιουργεί μόνος του την τροφή – έγινε αγρότης και κτηνοτρόφος – γεγονός το οποίο οδήγησε στη δημιουργία συλλογικών οικισμών. Αλλά τόσο η συλλογική ομάδα των ατόμων, όσο και ο μεμονωμένος οργανισμός, έχουν τη δυνατότητα να διαμορφώνουν μηχανισμούς που επιβραδύνουν την εντροπία. Επιτρέψτε μου να σας υπενθυμίσω, ανοίγω παρένθεση εδώ, ότι σύμφωνα με την λαϊκή ερμηνεία του δεύτερου θεωρήματος της θερμοδυναμικής, κάθε οργανωμένο σύστημα τείνει προς το χάος. Αλλά αντίθετα από τη νεκρή ύλη, η έμβια δημιουργεί μηχανισμούς που επιβραδύνουν την εντροπία, δηλαδή, την προσέγγιση του ζωντανού οργανισμού προς τον θάνατο. Κατά τον ίδιο τρόπο, η κοινωνία οργανώνει τους δικούς της μηχανισμούς για την αντιμετώπιση του χάους: νόμους και τιμωρίες για όσους τους παραβιάζουν. Όταν ήταν ελεύθερος κυνηγός, ο άνθρωπος αισθανόταν εντελώς ελεύθερος να ικανοποιήσει τις επιθυμίες του ενστίκτου του: σκοτώνει ατιμώρητα τον εχθρό, ζευγαρώνει με το θηλυκό που του αρέσει, αρπάζει φαγητό από τους αδύναμους όπως κάθε ζώο. Ωστόσο, όταν ζει στην ομάδα, τότε δημιουργεί νόμους για να προστατεύσει τον εαυτό του, όπως είπαμε, και επινοεί τιμωρίες γι αυτούς που τους παραβιάζουν, το άτομο τότε αρχίζει να καταστέλλει την ίδια τη θέλησή του έναντι του φόβου της τιμωρίας. Από εδώ προέρχεται αυτό που ονομάζουμε “υποσυνείδητο”. Ο άνθρωπος είναι το μόνο ζώο που διαθέτει υποσυνείδητο (και, ως ένα βαθμό, τα έξυπνα οικιακά ζώα). Ένα από τα πιο σημαντικά καθήκοντα στην πνευματική ανάδειξη ενός ατόμου είναι να απελευθερωθεί από το υποσυνείδητό του, λαμβάνοντας υπόψη τους ψιθύρους του, καθώς δηλαδή εκπαιδεύεται στην αυτο-ψυχανάλυση του. Ένας άνθρωπος που είναι σε θέση να το κάνει αυτό, βιώνει εξαιρετική ηρεμία και ασφάλεια.
Η τρίτη διαφορά είναι ότι ο άνθρωπος είναι το μόνο ζώο που ξέρει από νωρίς ότι κάποια μέρα θα πεθάνει. Και επειδή το ένστικτό του τον διατάζει να κάνει τα πάντα για να ζήσει περισσότερο, αν μπορεί – για πάντα, προκειμένου να ανακουφισθεί από την σκέψη του θανάτου, αυτός δημιουργεί θρησκείες. Αυτές, ακόμα και οι πιο πρωτόγονες, του υπόσχονται κάποια ζωή μετά θάνατο. Αργότερα, όταν σε ένα υψηλότερο στάδιο ανάπτυξης, κάποιοι στοχαστές αρχίζουν να το αμφισβητούν αυτό, τότε αυτές (οι θρησκείες) αρχίζουν να προσπαθούν ώστε να παραμείνουν ζωντανές στη μνήμη των μελλοντικών γενεών. Εξ αυτού – η προσπάθεια να κατάφέρουν κάτι μεγάλο, προκειμένου να καταγραφούν στην ιστορία. Ακόμα ένα είδος αθανασίας. Θα δώσω δύο παραδείγματα: ο Ηρόστρατος, αυτός που έκαψε τον υπέροχο Ναό της Αρτέμιδος στον Ηφαίστο, είπε στους δικαστές του: “Το έκανα για να μείνω για πάντα στη μνήμη του λαού”. Σε μια επιστολή προς έναν φίλο του, Ιταλός καλλιτέχνης που του παραπονέθηκε ότι ήταν απελπισμένος για το έργο του, ο Μπετόβεν του απαντά ότι θα πρέπει να συνεχίσει να ζωγραφίζει και τελειώνει ως εξής: «Έτσι, εσύ θα συνεχίσεις να ζωγραφίζεις κι εγώ να γράφω μουσική. Γιατί; Για να μείνουμε αιώνια; Ναι, για να μείνουμε αιώνια.
Εκτός από την υπόσχεση της αιώνιας ζωής, η θρησκεία διαδραμάτισε επίσης οργανωτικό ρόλο στην κοινωνία: με την απειλή τιμωρίας μετά τον τάφο, βοήθησε να διατηρηθεί η τάξη και να συγκρατηθεί ο κόσμος από την εγκληματική αυθαιρεσία. Εκείνοι που πίστευαν, φυσικά. Έτσι συμπλήρωσε το ανθρώπινο δίκαιο με το θεϊκό. Αυτές οι δύο απαγορεύσεις έχουν ρυθμίσει τη συμπεριφορά των μελών της κοινωνίας. Όμως, τα τελευταία εκατόν-διακόσια χρόνια, με την απονέκρωση της θρησκείας, παραμένει μόνο το ανθρώπινο δίκαιο, το οποίο μπορεί εύκολα να παρακάμπτεται. Εξ ου και η τεράστια αύξηση της εγκληματικότητας σε παγκόσμια κλίμακα. Και σε μας, συνέβη το ίδιο πρόσφατα, όταν η πίστη στην υλοποίηση του κομμουνιστικού παραδείσου πέθανε. Αλλά γι΄αυτό, θα αναφερθώ σε λίγο.
Όπως είναι γνωστό, οι έννοιες του “καλού” και του “κακού” δεν υπάρχουν στη φύση. Δημιουργούνται από τον άνθρωπο σε μια κοινωνία που καθορίζει, μέσω θεϊκών και επίγειων νόμων, τι είναι καλό και τι είναι κακό. Αυτοί οι νόμοι υπαγορεύονται από το ένστικτο επιβίωσης της κοινωνίας. Αυτό σημαίνει ότι το ένστικτο που υπαγορεύει στο ζώο μια εντελώς εγωιστική συμπεριφορά προς τους άλλους, εδώ, αντίθετα, επενεργεί προς την αντίθετη κατεύθυνση: απαιτεί από το άτομο να παραιτηθεί από μέρος του δικού του εγωισμού και της ελευθερίας του προς όφελος της κοινωνίας. Αυτό είναι μια πολύ σημαντική στιγμή. Επειδή – σκεφτείτε – ποιον ονομάζουμε εμείς “καλό”, “αφιερωμένο”, “σωτήρα”, κ.λπ .; Αυτοί οι άνθρωποι έχουν θυσιάσει μεγάλο μέρος του εγωισμού τους για τους άλλους. Γίνονται παράδειγμα, τουλάχιστον για κάποιους. Να θυμόμαστε μόνο τη θυσία του Ιησού για τη σωτηρία των ανθρώπων και τη θυσία χιλιάδων από τους οπαδούς του, καθώς προσέρχονταν στο θάνατο με χαρά στο όνομά του. Και ίσως σ’ αυτή την ανήκουστη μέχρι τότε θυσιαστική τους προσφορά, να οφείλεται η ταχεία εξάπλωση του Χριστιανισμού. Οι θεατές στο στάδιο δηλώνουν ότι εάν οι άνθρωποι εκεί κάτω, με χαρά και τραγούδια, αφήνονται να κατασπαραχθούν από τα θηρία, αυτό πράγματι συμβαίνει, πιθανότατα επειδή η πίστη τους είναι πολύ υψηλή και η ανταμοιβή τους (όπως και να το κάνουμε χωρίς ανταμοιβή δε γίνεται!) είναι μεγάλη στον άλλο κόσμο. Κι έτσι αποδέχονταν τη νέα πίστη.
Ας θυμηθούμε επίσης τις χιλιάδες ζωές που προσφέρονται εθελοντικά για μια μεγάλη υπόθεση στο απώτερο αλλά και στο πρόσφατο παρελθόν. Υπάρχει κάτι πραγματικά ανεξήγητο όσον αφορά το ένστικτο επιβίωσης για το πώς κάποιος εθελούσια στερείται τη ζωή και πεθαίνει από μια ιδέα που σκέφτεται ότι θα κάνει κάτι καλό για τους ανθρώπους. Είναι άλλο ζήτημα ότι οι επαναστάσεις των τελευταίων αιώνων, που έγιναν για το όνειρο για το οποίο λαμπροί ιδεαλιστές θυσίασαν τη ζωή τους, τελείωναν πάντα με δικτατορία – από την επανάσταση του Κρόμγουελ μέχρι την επανάσταση του Λένιν. Αυτό επουδενί τρόπω δεν μειώνει το μεγαλείο της θυσίας όσων έδωσαν τη ζωής τους για το ιδανικό της αδελφοσύνης, της ισότητας και της ελευθερίας. Ανοίγω παρένθεση, η δικτατορία (και η παλινόρθωση) μετά την επανάσταση είναι κάτι νομοτελειακό: κάθε ιδεολογία που γίνεται πλέον κρατικό δόγμα, προσαρμόζεται στις απαιτήσεις της κοσμικής εξουσίας και στην επιτακτική προσταγή των μεγάλων φιλοδοξιών των ηγετών της.
Ο παράδεισος ήταν πάντα ένα όνειρο για τους ανθρώπους. Πώς φαντάστηκαν τον παράδεισο; Στην αρχαιότητα, σαν ένα παράδεισο επί της γης. Ο αρχαίος Έλληνας ποιητής Ησίοδος περιγράφει στο ποίημά του «Έργα και Ημέρες» αυτόν τον αλλοτινό παράδεισο: «Οι άνθρωποι ζούσαν ως θεοί, με μια εύθυμη ψυχή, χωρίς αρρώστιες και χωρίς σκληρή εργασία. Το θλιβερό γήρας δεν τους επισκεπτόταν ποτέ. Είχαν πάντα υγιή χέρια και πόδια. Απολάμβαναν γιορτές και συμπόσια χωρίς να πληγώνονται από το κακό. Πέθαιναν σαν να κοιμούνται. Γύρω τους υπήρχαν μόνο αγαθά: η ζωογόνα γη παρήγαγε από μόνη της καρπούς με άφθονες και ποικίλες συγκομιδές και ο λαός – χαρούμενος και ειρηνικός – απολάμβανε τα έργα του.”
Ένας παρόμοιος παράδεισος δημιουργήθηκε από τους Εβραίους, αλλά αυτός κατοικήθηκε μόνο από τους δύο πρωτόπλαστους, ενώ στον αρχαίοελληνικό διαβιούσαν όλοι οι άνθρωποι. Επ’ αυτού, σημειώστε, ότι ήταν ένας επίγειος παράδεισος.
Αυτοί οι μύθοι περί του παραδείσου έχουν μια θλιβερή συνέχεια – για τον έναν ή τον άλλο λόγο, οι τυχεροί τούς χάνουν και οδηγούνται σε ολοένα και πιο απελπιστική υποβάθμιση. Πρώτα απ’ όλα, επειδή έχουν χάσει τον παράδεισο, πρέπει να φροντίσουν για τη δική τους επιβίωση μέσω σκληρής δουλειάς, κάτι που προκαλεί φθόνο, κακία, εγκληματικότητα και πόλεμο. «Κάθε πόλεμος», λέει ο Πλάτωνας, «αφορά στην απόκτηση αγαθών».
Αργότερα, το όνειρο του παραδείσου οι θρησκείες το συνέδεσαν με τη μετά-θάνατον ζωή. Ένας παράδεισος πέραν του τάφου, αλλά όχι για όλους, αλλά μόνο για εκείνους που το άξιζαν. Και ο Χριστιανισμός, και ο Ζωροαστρισμός και ο Μωαμεθανισμός είναι ομόθυμοι στην άποψη αυτή. Στο γραμμένο μετά το ποίημά του «Xαμένος Παράδεισος» (Paradise Lost), στο «Aνακτημένος Παράδεισος» (Paradise Regained), ο Milton επιδιώκει να δώσει ελπίδα ότι θα έρθει ο καιρός που οι άνθρωποι θα ξαναζήσουν σε έναν επίγειο Παράδεισο.
Όμως χρειάστηκαν τρεις αιώνες ανάπτυξης της ορθολογικής σκέψης ώστε να συγκροτηθεί μια θεωρία που πρόβλεπε την επιστημονική δυνατότητα για την πραγματοποίηση ενός ορθολογικού επίγειου παραδείσου: ο μαρξισμός. Αυτή η λεπτή θεωρία είχε ένα μεγάλο μειονέκτημα: δεν έλαβε υπόψη τον παράγοντα “άνθρωπο” που έπρεπε να πραγματοποιήσει το σχέδιο. Δεν έλαβε υπόψη το ένστικτο επιβίωσης με όλες τις αρνητικές του εκφάνσεις. Και αν εκατομμύρια άνθρωποι πίστευαν εγκαίρως ότι ήταν δυνατό να δημιουργήσουν έναν επίγειο παράδεισο θεμελιωμένο στη λογική, το έκαναν, οδηγούμενοι από την αιώνια δίψα να ζήσουν ειρηνικά, ήρεμα, ελεύθερα, χωρίς να αναλώνουν όλη τους την δύναμη στον αγώνα για επιβίωση, την επαύριο. Φυσικά, όπως και με άλλες επαναστάσεις, το πείραμα τελείωσε με μια δικτατορία που δημιούργησε το δικό της σύστημα που δεν είχε να κάνει με τον επίγειο παράδεισο.
Μα σημαίνει αυτό ότι πρέπει να εγκαταλείψουμε το προαιώνιο όνειρο;
Ας συνεννοηθούμε. Μια κοινωνία, στην οποία οι άνθρωποι θα είναι ασφαλείς για την αυριανή μέρα, που θα είναι ελεύθεροι να επιλέγουν τη ζωή τους χωρίς βία και χωρίς φόβο, δεν είναι ακόμη ο τελικός στόχος. Είναι απλά μια προϋπόθεση για να συνεχίσει η εξέλιξη του ανθρώπου με σκοπό τη δημιουργία των απαραίτητων συνθηκών, προκειμένου να μπορέσει να αρχίσει να κυριαρχεί στις εσωτερικές του δυνάμεις, για την πνευματική του ανάταση και την τελειοποίηση του. Να δημιουργηθεί μια άλλη, πιο τέλεια κοινωνία, στην οποία οι έννοιες του «καλού» και του «κακού» θα πάρουν εντελώς διαφορετικές διαστάσεις και νόημα. Μια κοινωνία, στην οποία το ένστικτο για την επιβίωση με την πρωτόγονη μορφή του, θα δώσει τη θέση του στη συνειδητοποίηση ότι ο άνθρωπος είναι υπεύθυνος για τη δική του αναβάθμιση και για την τελειοποίηση της κοινωνίας, προκειμένου να επιτύχει τον υψηλό σκοπό που δηλώνει ότι ο καλύτερος τρόπος έκφρασης του ήδη πνευματοποιημένου ενστίκτου είναι η συνείδηση, συνοδευόμενη από την πλήρη και ιλαρή ικανοποίηση ότι ο άνθρωπος είναι δημιουργός, ο οποίος εθελοντικά δίνει στους άλλους το αποτέλεσμα των δημιουργικών του επιτευγμάτων, δίνει τον εαυτό του. Για να κερδίσει μια υψηλότερη αθανασία.
Γνωρίζω πολύ καλά – εσείς που με ακούτε θα χαμογελάσετε συγκαταβατικά (ή ειρωνικά) και θα πείτε: ένας γέρος μάς μιλάει για τις ουτοπίες του, για κάποιο παράδεισο, για εμάς που δεν ξέρουμε τι θα φάμε αύριο, αν αύριο μείνουμε χωρίς δουλειά, ή αν θα βρούμε δουλειά για να ταΐσουμε τα παιδιά μας. Για εμάς που είμαστε υποχρεωμένοι να αρπάξουμε, για να μη μας κλέψουν, να πούμε ψέματα, για να μην εξαπατηθούμε, να παλέψουμε, για να μην ξυλοκοπηθούμε. Και πιθανόν να προσπαθήσετε να απενεργοποιήσετε το ραδιόφωνο. Σας παρακαλώ, περιμένετε. Έχετε άλλα πέντε-έξι λεπτά υπομονής. Επιτρέψτε μου να τελειώσω. Σας ευχαριστώ.
Τώρα απευθύνομαι σε εκείνους από εσάς που έχουν περισσότερα υλικά μέσα. Δεν είναι λίγα στη χώρα μας. Και είναι αυτοί που μπορούν να ξεκινήσουν την ανανέωση. Πώς; Πολύ απλά εκ πρώτης όψεως: με την παραίτηση από τα περιττά πράγματα που επιθυμούν να κατέχουν. Τι σημαίνει αυτό; Ας πούμε ότι έχω ένα αυτοκίνητο, αλλά και η σύζυγος του συναδέλφου έχει επίσης ένα αυτοκίνητο. Πρέπει κι εγώ να αγοράσω στη γυναίκα μου ένα αυτοκίνητο, ώστε να μην πέσω κάτω από αυτό. Ή: το παιδί πρέπει να έχει μια τηλεόραση στο δωμάτιό του επειδή διαφωνούμε για το τι να παρακολουθήσουμε. Και γιατί όχι και στην κρεβατοκάμαρα; Τα χρειαζόμαστε πραγματικά; Γιατί πρέπει να είμαστε υπόδουλοι της μόδας και των αντικειμένων; Δεν είναι καλύτερο να εγκαταλείψουμε εθελοντικά τα πλεονάζοντα πράγματα, όπως έκαναν σποραδικά πολλοί άλλοι, και να βάλουμε τις αποταμιεύσεις μας – π.χ. στη νέα παραγωγή μας; Ή να δημιουργήσουμε ένα κρατικό ταμείο όπου θα συμβάλουμε με μερικές από τις αποταμιεύσεις μας λόγω αυτής της εθελοντικής άρνησης. Μπορείτε να φανταστείτε τι σημαίνει αυτό; Ας υποθέσουμε ότι σε εμάς υπάρχουν δύο εκατομμύρια ανθρώποι που θα μπορούσαν να εγκαταλείψουν κάποια περιττά πράγματα, εξοικονομώντας τουλάχιστον 50 λέβα το μήνα. Λοιπόν, αυτό κάνει εκατό εκατομμύρια τον μήνα, ένα δισεκατομμύριο και διακόσια εκατομμύρια το χρόνο! Τουλάχιστον. Μπορείτε να φανταστείτε τι σημαίνει αυτό το κεφάλαιο όταν διοικείται σωστά, επιδέξια και ειλικρινά; Εκτός από την παροχή τροφίμων για τους αποδεδειγμένα φτωχούς, μπορούν να δημιουργηθούν με αυτά τα χρήματα μικρές επιχειρήσεις που θα παράσχουν θέσεις εργασίας σε εκατοντάδες νέους άνεργους. Θα οδηγήσει επίσης σε αύξηση της παραγωγής, τα κέρδη της οποίας, καθώς και η συνεχής συσσώρευση τόκων και των δωρεών ως απότελεσμα της παραίτησης μας από την υπερβολική κατανάλωση, θα αυξήσουν σημαντικά τις δυνατότητες του ταμείου. Ας προσπαθήσουμε πρώτα να το κάνουμε αυτό. Σας διαβεβαιώνω ότι η χαρά να αφήσουμε κατά μέρος τον εγωισμό μας προς όφελος της κοινωνίας, θα μας φέρει, με την πάροδο του χρόνου, μεγαλύτερη αίσθηση ηρεμίας και εσωτερικής ικανοποίησης και ελευθερίας. Πιστέψτε με, αξίζει να δοκιμάσετε.
Δεν πρόκειται για φιλανθρωπία ή χορηγία, αυτά αποτελούν ατομικές πρωτοβουλίες: πρόκειται για τη δημιουργία μίας διαρκούς και καλά οργανωμένης δομής με κεφάλαια, εθελοντικά και ελεύθερα εφαρμοσμένα από τον καθένα μας, ώστε να διαχωριστεί από τα πραγματικά περιττά πράγματα. Εάν ένα τέτοιο κίνημα ξεκινήσει, θα οδηγήσει σε κάτι θαυμάσιο: την πνευματοποίηση του ενστίκτου επιβίωσης και τη μετατροπή του από έναν σκληρό τύραννο που μας επιβάλλει την επιτακτική προσταγή: «Εγώ και οι αγαπημένοι μου είναι οι μόνοι που έχουν σημασία», στην ευγενή ώθηση: «Εγώ, αλλά όχι λιγότερο από τους άλλους». Αυτό θα επιβραδύνει την εντροπία της κοινωνίας και επομένως και της δικής μας. Διαφορετικά, θα πρέπει να συμφωνήσουμε με την ιδέα ότι μια κοινωνία θα δημιουργηθεί στη χώρα μας, αποτελούμενη από ένα 2-3% εκατομμυριούχων, το 10% των βοηθών τους και το 85% από συμφιλιωμένους, μισο-εξαθιωμένους ανθρώπους. Δεν είναι σαφές ότι μια τέτοια κοινωνία είναι καταδικασμένη σε θάνατο;
Είναι γνωστό επίσης ότι στις προηγμένες καπιταλιστικές χώρες από χρόνια προβλέπουν με ανησυχία τον κίνδυνο καταστροφής ως αποτέλεσμα μιας βασικής αντίφασης: την επιστημονική και τεχνική πρόοδο η οποία δημιουργεί μηχανές που αντικαθιστούν την ανθρώπινη εργασία – και κατά συνέπεια επιφέρει την ανεργία. Ο καπιταλιστής δεν επιθυμεί να επιμεριστεί μεγάλο μέρος των κερδών του, προκειμένου να ικανοποιήσει τη ζήτηση για μια πιο συνεκτική κοινωνική πολιτική χωρίς αποκλεισμούς. Ακόμη και η φημισμένη «Ρωμαϊκή λέσχη» ήταν ανήσυχη στο να βρει μια διέξοδο από το αδιέξοδο. Η ιδέα δεν είναι ιδιαίτερα νέα. Και στο μακρινό παρελθόν υπήρχαν άνθρωποι που κατάλαβαν τη βλάβη της απληστίας και του εγωισμού τόσο για την κοινωνία όσο και για τους εαυτούς τους και το τεράστιο αίσθημα απελευθέρωσης όταν αποδεσμεύθηκε κάποιος από τη δίψα για κατοχή περιττών πραγμάτων. Απλά θυμηθείτε τον Διογένη. Είτε τον Κράτη τον Θηβαίο1 ή τον Λεωνίδα τον Ταραντίνο2. Και σήμερα υπάρχουν ρεύματα εναντίον της καταναλωτικής κοινωνίας. Θυμάμαι πριν από 20 χρόνια, ο μεγάλος βιολιστής Yehudi Menukhin εγκατέλειψε κάθε τι περιττό, εγκαταστάθηκε σε μια μικρή πόλη και εγκατέλειψε ακόμα και το αυτοκίνητό του αντικαθιστώντας το μ’ ένα ποδήλατο. Υπάρχουν πιθανώς άλλα παραδείγματα που δεν γνωρίζω. Ωστόσο, είναι σαφές από τα γεγονότα που συμβαίνουν ανά τον κόσμο, ότι αυτά τα παραδείγματα δεν είναι ιδιαίτερα μεταδοτικά ακόμη και για τον μέσο πολίτη των πλούσιων χωρών.
Δεν ξέρω τι θα κάνουν εκεί. Γνωρίζω όμως ότι η εναλλακτική λύση που αντιμετωπίζουν – δεδομένου ότι η διακοπή της ανάπτυξης της επιστήμης είναι παράλογη – είναι ότι είτε αυτοί που κρατούν την οικονομία στα χέρια τους θα πρέπει να παραιτηθούν από τα κέρδη τους, είτε κάποια μέρα θα πρέπει να έλθουν αντιμέτωποι με εξεγέρσεις και επαναστάσεις. Και αυτές θα οδηγήσουν και πάλι σε αιματηρές και σκληρές δικτατορίες που θα θέσουν τάξεις και λαούς ενάντια στους πλούσιους και τους προνομιούχους, δηλαδή σε διεθνή κλίμακα – (θα οδηγήσουν) σε πολέμους. Και -γνωρίζοντας τι όπλα κατέχουν πολλές χώρες – έως μια διεθνή καταστροφή. Και δεν πρέπει να ελπίζουμε ότι «άνωθεν» δυνάμεις θα παρέμβουν. Ο άνθρωπος προφανώς δημιουργήθηκε για κάποιο υψηλό σκοπό, αλλά του δόθηκε η ελευθερία να επιλέξει. Ως εκ τούτου, είναι προικισμένος με λόγο και διαίσθηση.
Και γιατί να μην προσπαθήσουμε να κάνουμε εδώ, στη χώρα μας, ένα πολύ μικρό βήμα προς μια λογική λύση σε αυτή τη μοιραία αντίφαση; Αποσύροντας μέρος έστω του εγωισμού μας προς όφελος της κοινωνίας; Ξέρω, κάτι τέτοιο απαιτεί μια μακρά εσωτερική εξέλιξη. Αλλά όταν συνειδητοποιήσουμε ότι αυτό το ένστικτο για διαιώνιση που μας ωθεί στην απληστία, στη ζηλοτυπία, στο φθόνο, όταν βρίσκεται στην πρωτόγονη του κατάσταση, μπορεί να μετασχηματιστεί – εφόσον το ανυψώσουμε ως μέσο για τη συλλογική μας επιβίωσή, ως σωσίβιο για τους ίδιους τους εαυτούς μας. Γιατί να μην προσπαθήσουμε να δώσουμε το παράδειγμα στους άλλους, όπως έχουμε κάνει επανειλημμένα στη μακραίωνη ιστορία μας;
Απλά εξέθεσα μια ιδέα. Δεν μπορώ να κάνω τίποτα περισσότερο. Αλλά οι νέοι, οι ευφυείς, οι ταλαντούχοι και σκεπτόμενοι άνθρωποι – και αυτοί δεν είναι καθόλου λίγοι στη χώρα μας – θα μπορούσαν να αναπτύξουν τόσο θεωρητικά όσο και πρακτικά την ιδέα που παρουσιάστηκε. Η απελπισμένη υλική και πνευματική κατάσταση, στην οποία βρισκόμαστε, θα μπορούσε να αποτελέσει κίνητρο για τη δημιουργία ενός παρόμοιου ρεύματος.
Σας ευχαριστώ που με ακούσατε.
(Μτφ. Νίκος Βλαχάκης, Αθήνα, Απρίλης 2020)